[go: up one dir, main page]
More Web Proxy on the site http://driver.im/Μετάβαση στο περιεχόμενο

Εμού

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Eμού
Χρονικό πλαίσιο απολιθωμάτων:
Middle Miocene–present
Μειόκαινος – σήμερα
Εμού
Εμού
Κατάσταση διατήρησης

Ελαχίστης Ανησυχίας (IUCN 3.1)
Συστηματική ταξινόμηση
Βασίλειο: Ζώα
Συνομοταξία: Χορδωτά
Ομοταξία: Πτηνά
Τάξη: Καζουαριόμορφα
Οικογένεια: Road Runner
Γένος: Dromaius
Είδος: D. novaehollandiae
Διώνυμο
Dromaius novaehollandiae

Κατανομή των εμού στην Αυστραλία
Υποείδη
  • D. novaehollandiae novaehollandiae
  • D. novaehollandiae woodwardi
  • D. novaehollandiae rothschildi
  • D. novaehollandiae diemenensis
  • D. novaehollandiae ater
Συνώνυμα

Dromiceius novaehollandiae

egg of Dromaius novaehollandiae

Το εμού (αγγ. emu, γαλλ. emeu, Dromaius novaehollandiae) είναι πτηνό της τάξης των Καζουαριόμορφων και της οικογένειας των Δρομεϊδών, και το μεγαλύτερο ιθαγενές πουλί της Αυστραλίας καθώς και το μόνο σωζόμενο μέλος του γένους Dromaius. Είναι το δεύτερο μεγαλύτερο πουλί στον κόσμο σε ύψος, μετά από την στρουθοκάμηλο. Υπάρχουν τρία υποείδη εμού στην Αυστραλία. Το εμού απαντάται στο μεγαλύτερο μέρος της ηπειρωτικής Αυστραλίας, αν και αποφεύγει τις πυκνοκατοικημένες περιοχές, τα πυκνά δάση, και τις άγονες περιοχές.

Το εμού είναι πουλί που δεν μπορεί να πετάξει, έχει μαλακά, καφέ φτερά και ύψος που φθάνει μέχρι και 2 μέτρα. Έχει μακρύ λεπτό λαιμό και πόδια. Τα εμού μπορούν να διανύσουν μεγάλες αποστάσεις με έναν γρήγορο και οικονομικό τροχασμό και, σε περίπτωση ανάγκης, μπορούν να φτάσουν την ταχύτητα των 50 χλμ/ώρα. Τα μακριά πόδια τους επιτρέπουν να κάνουν διασκελισμούς μήκους μέχρι και 275 εκατοστών. Ζουν όταν οι περιστάσεις το απαιτούν νομαδικά και μπορούν να διανύσουν μεγάλες αποστάσεις για να βρουν τροφή.

Τρέφονται με ποικιλία φυτών και εντόμων, αλλά είναι γνωστό ότι επιβιώνουν εβδομάδες χωρίς τροφή. Καταπίνουν πέτρες, θραύσματα γυαλιού και κομμάτια μετάλλου για να αλέσουν την τροφή στο πεπτικό τους σύστημα. Πίνουν σπάνια, αλλά λαμβάνουν άφθονα υγρά, όταν τους δίνεται η ευκαιρία. Τα εμού μπορούν να καθίσουν στο νερό και έχουν επίσης την ικανότητα να κολυμπούν. Είναι γεμάτα περιέργεια πτηνά που ακολουθούν και παρακολουθούν τα άλλα ζώα και τους ανθρώπους.

Τα εμού χρησιμοποιούν τα ισχυρά πόδια τους ως μηχανισμό άμυνας. Τα πόδια τους είναι μεταξύ των ισχυρότερων όλων των ζώων, και μπορούν να σχίσουν μεταλλικά συρματοπλέγματα. Είναι προικισμένα με οξύτατη όραση και ακοή, που τους επιτρέπουν να ανιχνεύουν τα αρπακτικά ζώα στην περιοχή. Το φτέρωμα ποικίλλει από περιοχή σε περιοχή, ώστε να ταιριάζει με το περιβάλλον και να βελτιώσει το καμουφλάζ. Η κατασκευή των φτερών αποτρέπει τη μεταφορά θερμότητας στο δέρμα, επιτρέποντας στο εμού να είναι ενεργό ακόμα και κατά την κάψα του μεσημεριού. Μπορούν να αντέξουν ένα ευρύ φάσμα θερμοκρασιών και να ρυθμίσουν την θερμοκρασία τους αποτελεσματικά.

Τα αρσενικά και τα θηλυκά είναι δύσκολο να τα διακρίνει κανείς οπτικά, αλλά διαφοροποιούνται ανάλογα με το είδος των δυνατών ήχων που εκπέμπουν μέσω ενός φουσκωτού σάκου που βρίσκεται στον λαιμό.

Τα εμού αναπαράγονται τον Μάιο και τον Ιούνιο και δεν είναι μονογαμικά· συνηθισμένες είναι οι μάχες μεταξύ των θηλυκών για ένα σύντροφο. Τα θηλυκά μπορούν να ζευγαρώσουν και να γεννήσουν αρκετές φορές σε μία εποχή. Παίρνουν βάρος πριν από την εποχή αναπαραγωγής, και τα αυγά επωάζονται από το αρσενικό, το οποίο έχει σημαντική απώλεια βάρους κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου, αφού το ίδιο δεν τρώει.

Τα αυγά εκκολάπτονται μετά από περίπου οκτώ εβδομάδες και οι νεοσσοί φροντίζονται από τα αρσενικά. Είναι ενεργοί και μπορούν να αφήσουν τη φωλιά μετά από λίγες μέρες εκκόλαψης. Φτάνουν μέχρι περίπου 12 εκατοστά σε ύψος αρχικά, ζυγίζουν 0.5 κιλά[1] και έχουν ιδιαίτερες καφέ και κρεμ λωρίδες για καμουφλάζ, οι οποίες χάνονται μετά από τρεις μήνες περίπου. Οι νεοσσοί εμού φθάνουν σε πλήρες μέγεθος μετά από περίπου έξι μήνες, αλλά μπορούν να μείνουν με την οικογένειά τους, μέχρι την επόμενη περίοδο αναπαραγωγής μισό χρόνο αργότερα. Μπορούν να ζήσουν μεταξύ 10 και 20 ετών στην άγρια φύση και είναι προγενέστερα από τα ντίνγκο, τους αετούς και τα γεράκια. Μπορούν να πηδούν και να κλωτσούν[2] για να αποφεύγουν τα ντίνγκο, αλλά εναντίον των αετών και των γερακιών, μπορούν μόνο να τρέχουν και να στρίβουν απότομα.

  1. Stephen Davies (2002). Ratites and Tinamous. ISBN 978-0-19-854996-3.
  2. Eastman, p. 7.