fighting
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]- fighting < (κληρονομημένο) μέση αγγλική feghtyng < (κληρονομημένο) αγγλοσαξονική feohtende
Προφορά
[επεξεργασία]Ουσιαστικό
[επεξεργασία]ενικός | πληθυντικός |
fighting | fightings |
fighting (en)
Ρηματικός τύπος
[επεξεργασία]fighting (en)
Κατηγορίες:
- Κληρονομημένες λέξεις από τη μέση αγγλική (αγγλικά)
- Προέλευση λέξεων από τη μέση αγγλική (αγγλικά)
- Κληρονομημένες λέξεις από τα αγγλοσαξονικά (αγγλικά)
- Προέλευση λέξεων από τα αγγλοσαξονικά (αγγλικά)
- Λήμματα με προφορά ΔΦΑ (αγγλικά)
- Λήμματα με ήχο στην προφορά (αμερικανικά αγγλικά)
- Αγγλική γλώσσα
- Ουσιαστικά (αγγλικά)
- Αντίστροφο λεξικό (αγγλικά)
- Ρηματικοί τύποι (αγγλικά)