vigilance
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)
[επεξεργασία]Ουσιαστικό
[επεξεργασία]vigilance (en)
Γαλλικά (fr)
[επεξεργασία]ενικός | πληθυντικός |
vigilance | vigilances |
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]vigilance (fr) θηλυκό