reply
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)
[επεξεργασία]Ουσιαστικό
[επεξεργασία]ενικός | πληθυντικός |
reply | replies |
reply (en)
Ρήμα
[επεξεργασία]ενεστώτας | reply |
γ΄ ενικό ενεστώτα | replies |
αόριστος | replied |
παθητική μετοχή | replied |
ενεργητική μετοχή | replying |
reply (en)