conscious

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Επίθετο

[επεξεργασία]

conscious (en)

  1. που έχει τις αισθήσεις του (δεν έχει λιποθυμήσει)
  2. αυτός που έχει επίγνωση
  3. συνειδητός

Δείτε επίσης

[επεξεργασία]
  • Word Reference - conscious[1]
  • Google definitions - conscious (επιλέγεις αγγλικά απ' το γρανάζι πάνω δεξιά)[2]