odwołanie

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
πτώση ενικός πληθυντικός
ονομαστική odwołanie odwołania
γενική odwołania odwołań
δοτική odwołaniu odwołaniom
αιτιατική odwołanie odwołania
οργανική odwołaniem odwołaniami
τοπική odwołaniu odwołaniach
κλητική odwołanie odwołania

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
odwołanie < odwołać

Προφορά

[επεξεργασία]
ΔΦΑ : /ˌɔdvɔˈwãɲɛ/
 

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

odwołanie (pl) ουδέτερο

Συγγενικά

[επεξεργασία]