Corvo

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Δείτε επίσης: corvo

Κύριο όνομα

[επεξεργασία]

Corvo (it)

  1. (μυθολογία) Κόραξ
  2. (αστερισμός) Κόραξ



Ετυμολογία

[επεξεργασία]
Corvo < λείπει η ετυμολογία

Κύριο όνομα

[επεξεργασία]

Corvo αρσενικό ή θηλυκό

  • Pagine Bianche, ανακτήθηκε στις 22/8/2023 [1]



Ετυμολογία

[επεξεργασία]
Corvo < λείπει η ετυμολογία

Κύριο όνομα

[επεξεργασία]

Corvo αρσενικό ή θηλυκό

  • Last names with at least 10 bearers among persons registered on 31 December of each year. Year 1999 - 2020, Statistics Sweden [2]