bike

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Η εκτυπώσιμη έκδοση δεν υποστηρίζεται πλέον και μπορεί να έχει σφάλματα μορφοποίησης. Παρακαλούμε ενημερώστε τους σελιδοδείκτες του περιηγητή σας και παρακαλούμε χρησιμοποιήστε εναλλακτικά την προεπιλεγμένη λειτουργία εκτύπωσης του περιηγητή σας.

Ουσιαστικό

      ενικός         πληθυντικός  
bike bikes

bike (en)

  1. (μέσο μεταφορών) το ποδήλατο, περικοπή του bicycle
  2. (μέσο μεταφορών) η μοτοσικλέτα, περικοπή του motorbike

Ρήμα

ενεστώτας bike
γ΄ ενικό ενεστώτα bikes
αόριστος biked
παθητική μετοχή biked
ενεργητική μετοχή biking

bike (en)