[go: up one dir, main page]
More Web Proxy on the site http://driver.im/Μετάβαση στο περιεχόμενο

Μπερούλ

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Μπερούλ
Τριστάνος και Ιζόλδη, εικονογράφηση του 1902
Γενικές πληροφορίες
Όνομα στη
μητρική γλώσσα
Béroul (Γαλλικά)
Γέννηση1167
Θάνατος1210
Χώρα πολιτογράφησηςΒασίλειο της Γαλλίας
Εκπαίδευση και γλώσσες
Ομιλούμενες γλώσσεςΠαλαιά Γαλλικά
Πληροφορίες ασχολίας
Ιδιότητασυγγραφέας
ποιητής
αφηγητής παραμυθιών
Περίοδος ακμής12ος αιώνας[1]
Commons page Σχετικά πολυμέσα

Ο Μπερούλ (γαλλικά: Béroul) ήταν Νορμανδός ποιητής που έζησε από τα μέσα έως τα τέλη του 12ου αιώνα. Του αποδίδεται η συγγραφή του αυλικού μυθιστορήματος Τριστάνος, μια από τις πρώτες σωζόμενες διασκευές του θρύλου του Τριστάνου και της Ιζόλδης, που πιθανότατα γράφτηκε γύρω στο 1180 και βασίζονταν στους βρετανικούς θρύλους, τον αποκαλούμενο Αρθουριανό κύκλο, από τον οποίο πολλά θέματα και μοτίβα έχουν ενσωματωθεί στη μεσαιωνική γαλλική λογοτεχνία στο δεύτερο μισό του 12ου αιώνα.[2]

Ο συγγραφέας και το έργο του

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Δεν είναι γνωστό σχεδόν τίποτε για τη ζωή του Μπερούλ. Το όνομά του το αναφέρει δύο φορές στο κείμενο του ποιήματος. Ωστόσο, δεν είναι βέβαιο αν αυτός ο «Berox» – έτσι το γράφει στο χειρόγραφο – είναι ο συγγραφέας του έργου ή το άτομο που αντέγραψε το χειρόγραφο. Από τις κειμενικές και γλωσσικές ενδείξεις συνάγεται ότι ο Μπερούλ ήταν Νορμανδός, αλλά γνώριζε επίσης πολύ καλά την Αγγλία και έζησε εκεί και, πιθανώς, έγραψε στην αυλή του Ερρίκου Β'.[3]

Ο Τριστάνος του Μπερούλ είναι η μία από τις δύο παλαιότερες εκδοχές του μύθου και θεωρείται η «λαϊκή» εκδοχή, η άλλη είναι ο Τριστάνος του κατά τα άλλα άγνωστου αυλικού συγγραφέα Τόμας της Βρετανίας που θεωρείται η «αυλική» εκδοχή. Και οι δύο γράφτηκαν περίπου τη δεκαετία 1170-1180 και έχουν διασωθεί ελλιπώς. Η νουβέλα με το ίδιο θέμα της Μαρίας της Γαλλίας χρονολογείται επίσης γύρω στο 1170. Μια μυθιστορία του Τριστάνου που γράφτηκε γύρω στο 1160 από τον Κρετιέν ντε Τρουά έχει χαθεί.[4]

Γνωρίζουμε τη συνολική πλοκή της ιστορίας χάρη σε μια πλήρη μετάφραση σε παλαιοσκανδιναβικό κείμενο του 1225 περίπου και στον ημιτελή Τριστάνο του Γκόντφριντ φον Στράσμπουργκ (γύρω στο 1210), βασισμένα στον Τριστάνο του Τόμας της Βρετανίας. Στο έργο του Μπερούλ βασίζεται, χωρίς να αποτελεί πιστή μετάφραση, το πλήρως διατηρημένο Τριστάν του Άιλχαρτ φον Όμπεργκ (περίπου 1180). Επίσης, από το εκτεταμένο Τριστάνος σε πεζογραφία, που γράφτηκε γύρω στο 1230 με 1235 από άγνωστο συγγραφέα, ένα ιδιαίτερα δημοφιλές ανάγνωσμα μέχρι τον 16ο αιώνα που έχει σωθεί σε πολλά χειρόγραφα και ελαφρώς αποκλίνουσες εκδοχές, που συνδυάζει το θέμα του Τριστάνου με άλλα θέματα του αρθουριανού κύκλου, κάνοντας τον Τριστάνο ιππότη της Στρογγυλής Τραπέζης.[5]

Ιστορία του χειρογράφου

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Μπερούλ είναι το όνομα που δόθηκε κατά σύμβαση στον συγγραφέα μιας στιχουργικής εκδοχής του θρύλου του Τριστάνου και της Ιζόλδης, γραμμένου στη νορμανδική διάλεκτο των παλαιών γαλλικών. Το έργο του σώζεται σε ένα μόνο χειρόγραφο του 13ου αιώνα (βρίσκεται στην Εθνική βιβλιοθήκη της Γαλλίας), το οποίο περιλαμβάνει από τους αρχικούς περίπου 12.000 στίχους μόνο 4.485, που αντιστοιχούν στα κεντρικά επεισόδια της ιστορίας χωρίς την αρχή και το τέλος. Το χειρόγραφο έχει επίσης αρκετά κενά. Η συγγραφή του κειμένου είναι δύσκολο να χρονολογηθεί παλαιογραφικά: υπολογίζεται μεταξύ των ετών 1160 και 1190. Τα σύγχρονα ερωτήματα της συγγραφής επικεντρώνονται στην εποχή μας στον ρόλο των αντιγραφέων, ακόμη και στον αριθμό των συγγραφέων.[6]

Το κείμενο του Μπερούλ

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
Ο Τριστάνος ​​και η Ιζόλδη στον κήπο, ο βασιλιάς Μάρκος στο δέντρο (ανάγλυφο σε ελεφαντόδοντο, 14ος αιώνας)

Το χειρόγραφο αρχίζει από το σημείο όπου οι εραστές Τριστάνος ​​και Ιζόλδη συναντιούνται μια φεγγαρόλουστη νύχτα και τους παρακολουθεί ο βασιλιάς της Κορνουάλης Μάρκος. Αντιλαμβάνονται την παρουσία του από τη σκιά που ρίχνει στο φως του φεγγαριού και συζητούν μόνο για αδιάφορα θέματα. Ωστόσο, αργότερα πιάνονται από τον βασιλιά και τρεις βαρόνους και η μοιχεία αποδεικνύεται από κηλίδες αίματος στο κρεβάτι. Και οι δύο καταδικάζονται σε θάνατο στην πυρά. Στο δρόμο προς την πυρά, ο Τριστάνος ​​καταφέρνει να δραπετεύσει. Η Ιζόλδη θα καεί ζωντανή, αλλά ένας λεπρός προτείνει στον βασιλιά να παραδοθεί σ' αυτόν και στους λεπρούς συντρόφους του ως σκλάβα ευχαρίστησης. Ο βασιλιάς συμφωνεί.

Μόλις το ακούει ο Τριστάνος, σπεύδει και ελευθερώνει την αγαπημένη του. Από τότε, το ζευγάρι ζει φτωχικά σε μια καλύβα στο δάσος. Μια μέρα ο βασιλιάς τους ανακαλύπτει. Κοιμούνται και ένα σπαθί υπάρχει ανάμεσά τους, το οποίο πείθει ξαφνικά τον βασιλιά για την αγνότητά τους. Όταν οι δυο τους συνειδητοποιούν ότι τους ανακάλυψαν αλλά ότι ο βασιλιάς δεν θέλει να τους σκοτώσει, του ζητούν να τους επιτρέψει να επιστρέψουν στην αυλή του. Εν τω μεταξύ, έχουν περάσει 3 χρόνια και η επίδραση του φίλτρου αγάπης έχει ατονίσει. Ο Τριστάνος εξορίζεται, αλλά στην Ιζόλδη επιτρέπεται να επιστρέψει. Αλλά πρώτα, ο βασιλιάς θέλει να την αναγκάσει να ορκιστεί πίστη. Τότε ο Τριστάνος εμφανίζεται μεταμφιεσμένος σε λεπρό και προσπαθεί να την απαγάγει. Οι τρεις δόλιοι βαρόνοι προσπαθούν να παρασύρουν τον Τριστάνο σε παγίδα, οπότε αυτός ​​τους σκοτώνει. Το κείμενο σταματάει εδώ.[4]