jugular

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Επίθετο

[επεξεργασία]

jugular (en)

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

jugular (en)

  1. η σφαγίτιδα (φλέβα)
  2. (μεταφορικά) οποιοδήποτε κρίσιμο ευπαθές σημείο

Άλλες μορφές

[επεξεργασία]